- καναστραῖα
- καναστραῖα· κοῖλά τινα ἀγγεῖα, Suid.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
κάμψα — Αρχαία μικρή πόλη στη δυτική ακτή της Χαλκιδικής. Από εκεί πέρασε ο στόλος του Ξέρξη κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του προς την Ελλάδα. Ίσως ονομαζόταν και Καναστραία. Έχουν διασωθεί ασημένια νομίσματα του 480 π.Χ. Αναφέρεται επίσης και ως… … Dictionary of Greek
καναστραίον — καναστραῑον, τὸ (Α) [κάναστρον] 1. επιγρ. αγγείο με μορφή κανίστρου 2. στον πληθ. τά καναστραία (κατά το λεξ. Σούδα) «κοῑλά τινα ἀγγεῑα» … Dictionary of Greek